θείο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο S (από το λατινικό sulphur). Ανήκει στην έκτη ομάδα του περιοδικού συστήματος και στην πρώτη υποομάδα, με ατομικό αριθμό 16, ατομική μάζα 32,06, ενώ έχει τρία σταθερά ισότοπα. Συναντάται στη φύση, είτε στη στοιχειακή… … Dictionary of Greek
κάλιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Κ. Ανήκει στην πρώτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην υποομάδα των αλκαλικών μετάλλων, έχει ατομικό αριθμό 19, ατομική μάζα 39,1 και τρία σταθερά ισότοπα. Είναι γνωστό και ως ποτάσιο ή κάλι (καυστικό) … Dictionary of Greek
καναβόξυλο — και κανναβόξυλο, το [κάν(ν)αβις] το ξυλώδες μέρος τής κάνναβης που απομένει μετά την αφαίρεση τής εσωτερικής «ψίχας» και με το οποίο κατασκεύαζαν άλλοτε σπίρτα … Dictionary of Greek
σπιρτοθήκη — η, Ν θήκη για σπίρτα … Dictionary of Greek
σπιρτοκούτι — και σπιρτόκουτο, το, Ν κουτί με σπίρτα, το οποίο έχει τις πλάγιες επιφάνειες επικαλυμμένες με ειδικό επίχρισμα ώστε να ανάβει το σπίρτο όταν τριφθεί … Dictionary of Greek
φωσφόρος — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Ρ. Ανήκει στην πέμπτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 15, ατομικό βάρος 30,9· έχει ένα σταθερό ισότοπο και έξι ραδιενεργά, με αριθμό μάζας από 28 έως 34 και περιόδους υποδιπλασιασμού… … Dictionary of Greek
Άντερσεν, Χανς Κρίστιαν — (Hans Christian Andersen, Όντενσε 1805 – Κοπεγχάγη 1875). Δανός συγγραφέας. Γόνος φτωχής οικογένειας (o πατέρας του ήταν τσαγκάρης και η μητέρα του πλύστρα), παιδί συνεσταλμένο και άσχημο, συνήθισε να ζει στη μοναξιά (όπως το Ασχημόπαπο,ένα από… … Dictionary of Greek
Ασμάρα — (Äsmara).Πόλη (393.000 κάτ. το 2002) και πρωτεύουσα της Ερυθραίας. Χτισμένη σε υψόμετρο 2.347 μ., κοντά στο κράσπεδο ενός υψιπέδου που κατεβαίνει ομαλά προς την Ερυθρά θάλασσα, αποτελείται από δύο οικοδομικούς πυρήνες: τον οικισμό των ιθαγενών,… … Dictionary of Greek
Ματζέντα — (Magenta). Πόλη (22.839 κάτ. το 2001) της Ιταλίας στην περιοχή της Λομβαρδίας. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της χώρας, κοντά στο Μιλάνο. Η Μ. αποτελεί βιομηχανικό κέντρο με υφαντουργεία και κλωστήρια, ενώ κατασκευάζονται επίσης κλειδαριές και… … Dictionary of Greek
Φινλανδία — H Φινλανδία, που οι Φινλανδοί την αποκαλούν «Σουόμι», απλώνεται στο βορειοδυτικό άκρο της μεγάλης ρωσικής πεδιάδας και προβάλλει με χίλια χιλιόμετρα παραλίας, στους κόλπους της Φινλανδίας (Φιννικός) και της Bοθνίας (Bοθνικός). Tα ηπειρωτικά… … Dictionary of Greek